Δείτε εδώ τα

αποτελέσματα τελευταίας Αξιολόγησης

2023-2024

Στην ενότητα αυτή, μπορείτε να βρείτε τα αποτελέσματα του Κύκλου Αξιολόγησης 2023-2024. Κατά τον κύκλο αυτό η διαδικασία εισδοχής στη διαδικασία αξιολόγησης άλλαξε με την υιοθέτηση ενός μικρού κόστους συμμετοχής.

Η γεωγραφική διασπορά των συμμετεχουσών οργανώσεων ήταν αναμενόμενη.

Η μεγαλύτερη συγκέντρωση καταγράφεται στα τρία μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα), ενώ υπάρχει  συμμετοχή οργανώσεων  από όλες σχεδόν τις περιφέρειες της χώρας.

τα

Στην ενότητα αυτή, μπορείτε να βρείτε τα αποτελέσματα του Κύκλου Αξιολόγησης 2023-2024. Κατά τον κύκλο αυτό η διαδικασία εισδοχής στη διαδικασία αξιολόγησης άλλαξε με την υιοθέτηση ενός μικρού κόστους συμμετοχής.

Η γεωγραφική διασπορά των συμμετεχουσών οργανώσεων ήταν αναμενόμενη.

Η μεγαλύτερη συγκέντρωση καταγράφεται στα τρία μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα), ενώ υπάρχει  συμμετοχή οργανώσεων  από όλες σχεδόν τις περιφέρειες της χώρας.

Αναγνωρίζοντας τους πολυσχιδείς τομείς δραστηριοποίησης των οργανώσεων, το ερωτηματολόγιο έδινε τη δυνατότητα επιλογής δραστηριοποίησης από 8 πεδία και 38 υποπεδία, υπό την προϋπόθεση υλοποίησης τουλάχιστον τριών δράσεων τα τρία τελευταία χρόνια ανά πεδίο και υποπεδίο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η πλειονότητα των οργανώσεων σημείωσαν ως πεδία δραστηριοποίησής τους δύο (2) τομείς, ενώ αρκετές ήταν αυτές που δραστηριοποιούνται μόνο σε έναν τομέα. Δεν έλειψαν, πάντως, και περιπτώσεις οργανώσεων που δήλωσαν ότι δραστηριοποιούνται σε επτά (7) τομείς (4,5% περίπου του δείγματος)

 

Αναφορικά με το έμμισθο προσωπικό και τους εθελοντές, για το 1ο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως απασχολούσαν 407 εργαζόμενους συνολικά (248 πλήρους απασχόλησης, 116 μερικής απασχόλησης και 43 περιστασιακούς συνεργάτες). Για το 2ο έτος αναφοράς τα νούμερα  ήταν ελαφρώς αυξημένα, με τους εργαζόμενους να ανέρχονται σε 450 (267 πλήρους απασχόλησης, 139 μερικής απασχόλησης και 44 περιστασιακούς συνεργάτες). Ενώ, για το τρίτο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως απασχόλησαν συνολικά 468 εργαζόμενους (295 πλήρους απασχόλησης, 120 μερικής απασχόλησης και 53 περιστασιακούς συνεργάτες).

 

Στους εθελοντές, τα συνολικά νούμερα είναι αρκετά μεγαλύτερα σε σχέση με εκείνα του προσωπικού και για τα τρία έτη αναφοράς. Συγκεκριμένα, για το πρώτο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως είχαν την υποστήριξη συνολικά 5.663 εθελοντών, κατά το δεύτερο έτος αναφοράς, 5.660 και κατά το τρίτο έτος αναφοράς 6.087.

Αναγνωρίζοντας τους πολυσχιδείς τομείς δραστηριοποίησης των οργανώσεων, το ερωτηματολόγιο έδινε τη δυνατότητα επιλογής δραστηριοποίησης από 8 πεδία και 38 υποπεδία, υπό την προϋπόθεση υλοποίησης τουλάχιστον τριών δράσεων τα τρία τελευταία χρόνια ανά πεδίο και υποπεδίο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η πλειονότητα των οργανώσεων σημείωσαν ως πεδία δραστηριοποίησής τους δύο (2) τομείς, ενώ αρκετές ήταν αυτές που δραστηριοποιούνται μόνο σε έναν τομέα. Δεν έλειψαν, πάντως, και περιπτώσεις οργανώσεων που δήλωσαν ότι δραστηριοποιούνται σε επτά (7) τομείς (4,5% περίπου του δείγματος)

Αναφορικά με το έμμισθο προσωπικό και τους εθελοντές, για το 1ο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως απασχολούσαν 407 εργαζόμενους συνολικά (248 πλήρους απασχόλησης, 116 μερικής απασχόλησης και 43 περιστασιακούς συνεργάτες). Για το 2ο έτος αναφοράς τα νούμερα  ήταν ελαφρώς αυξημένα, με τους εργαζόμενους να ανέρχονται σε 450 (267 πλήρους απασχόλησης, 139 μερικής απασχόλησης και 44 περιστασιακούς συνεργάτες). Ενώ, για το τρίτο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως απασχόλησαν συνολικά 468 εργαζόμενους (295 πλήρους απασχόλησης, 120 μερικής απασχόλησης και 53 περιστασιακούς συνεργάτες).

Στους εθελοντές, τα συνολικά νούμερα είναι αρκετά μεγαλύτερα σε σχέση με εκείνα του προσωπικού και για τα τρία έτη αναφοράς. Συγκεκριμένα, για το πρώτο έτος αναφοράς οι οργανώσεις δήλωσαν πως είχαν την υποστήριξη συνολικά 5.663 εθελοντών, κατά το δεύτερο έτος αναφοράς, 5.660 και κατά το τρίτο έτος αναφοράς 6.087.

Εξετάζοντας το χρηματοδοτικό μείγμα ανά πεδίο δραστηριοποίησης εντοπίζεται εν πρώτοις μια σημαντική συνεισφορά του πεδίου «Εμπορική Δραστηριότητα» αλλά αυτό σχετίζεται πρωτίστως με τα οικονομικά αποτελέσματα ενός 10% περίπου των συμμετεχουσών οργανώσεων που έχουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το σχετικό κανάλι χρηματοδοτήσεων. Πέραν αυτού ενδιαφέρον παρουσιάζει η σημαντική παρουσία διεθνών χρηματοδοτήσεων, ειδικά στα πεδία «Περιβάλλον / Πολιτική Προστασία» και «Εκπαίδευση». Αντίστοιχα, στο πεδίο «Υγεία» σημαντική συνεισφορά έχει τα κανάλια χρηματοδοτήσεων «ΕΚΕ» καθώς και «Ιδιώτες». Τέλος, η χρηματοδοτική πηγή «Κρατικές Χρηματοδοτήσεις» εμφανίζει μια σταθερή παρουσία σχεδόν σε όλους τους τομείς, με πιο σημαντική επίδραση στους τομείς «Μετανάστευση / Πρόσφυγες» και «Κοινωνική Πρόνοια / Ένταξη».

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέλιξη του κύκλου εργασιών, δηλαδή των συνολικών δαπανών των οργανώσεων (λειτουργικές δαπάνες και δαπάνες δράσεων). Πιο συγκεκριμένα, καταγράφεται μια αξιοσημείωτη αύξηση από λίγο παραπάνω από 10 εκατομμύρια σε περισσότερα από 12,6 εκατομμύριο κατά το τρίτο έτος αναφοράς.

Εξετάζοντας το χρηματοδοτικό μείγμα ανά πεδίο δραστηριοποίησης εντοπίζεται εν πρώτοις μια σημαντική συνεισφορά του πεδίου «Εμπορική Δραστηριότητα» αλλά αυτό σχετίζεται πρωτίστως με τα οικονομικά αποτελέσματα ενός 10% περίπου των συμμετεχουσών οργανώσεων που έχουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το σχετικό κανάλι χρηματοδοτήσεων. Πέραν αυτού ενδιαφέρον παρουσιάζει η σημαντική παρουσία διεθνών χρηματοδοτήσεων, ειδικά στα πεδία «Περιβάλλον / Πολιτική Προστασία» και «Εκπαίδευση». Αντίστοιχα, στο πεδίο «Υγεία» σημαντική συνεισφορά έχει τα κανάλια χρηματοδοτήσεων «ΕΚΕ» καθώς και «Ιδιώτες». Τέλος, η χρηματοδοτική πηγή «Κρατικές Χρηματοδοτήσεις» εμφανίζει μια σταθερή παρουσία σχεδόν σε όλους τους τομείς, με πιο σημαντική επίδραση στους τομείς «Μετανάστευση / Πρόσφυγες» και «Κοινωνική Πρόνοια / Ένταξη».

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέλιξη του κύκλου εργασιών, δηλαδή των συνολικών δαπανών των οργανώσεων (λειτουργικές δαπάνες και δαπάνες δράσεων). Πιο συγκεκριμένα, καταγράφεται μια αξιοσημείωτη αύξηση από λίγο παραπάνω από 10 εκατομμύρια σε περισσότερα από 12,6 εκατομμύριο κατά το τρίτο έτος αναφοράς.